Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2023

ΧΑΡΙΖΕΤΑΙ

 


 
 
ΧΑΡΙΖΕΤΑΙ

Ροτόντα  ξύλινη, μασίφ
με τέσσερις καρέκλες σε άριστη κατάσταση.
Δωρίζω  την ιστορία μας, τα νιάτα  και το σπιτικό σας
με την παιδικότητά μου μαζί.
Συγνώμη μαμά. Συγνώμη μπαμπά.
Δε μ΄ακούτε, το ξέρω - μα τη χρωστάω  ακόμη και χωρίς ακροατή.
….. Να ήμουν οχτώ; να ήμουν δέκα;
Κάθε Χριστούγεννα που γιόρταζες μπαμπά
αυτή τη μόνη φορά άνοιγε το σπίτι, άνοιγε κι η καρδιά  μου
στο μικρόκοσμό μας.
Ξεσκόνιζα την τραπεζαρία μας τρυφερά
για τους επισκέπτες μας το βράδυ.
Γυάλιζες τα κρυστάλλινα μαμά εσύ, φυλαγμένα ένα χρόνο στο μπουφέ
και χαρούμενη εγώ τα γέμιζα καλούδια.
Εδώ τα φιστίκια, εκεί οι σοκολατένιες μαργαρίτες.
Δίπλα τα αμύγδαλα και στο μεγάλο μεγάλο μπολ
τα  λιγοστά, τα ακριβά  με βύσσινο σοκολατάκια μέσα.
Τα αγαπημένα μας αυτά που τρέχαν στο πηγούνι  άσπρο πηχτό λικέρ
και ρουφάγαμε ηδονικά  μη στάξουν
αλλά  σπάνια έτρωγα μαμά. Αν περίσσευαν  τα άφηνα για σένα.
Πάντα ήξερα πόσα λίγα χάρηκες  μέχρι τα βαθιά σου γηρατειά.
Το  δέντρο με  παλιά στολίδια , δύσκολα τα χρόνια, μετρημένα τα λεφτά.
Δυο ουίσκι, φτηνό κονιάκ  κι ένα λικέρ.
Όλα στη ροτόντα  πάνω σε δαντελένιο, άσπρο πετσετάκι
από τη γιαγιά  μου προίκα βελονιά.
Κι αυτό το μόνο  βράδυ Χριστουγέννων από όλη τη χρονιά
άνοιγε το σαλόνι, αστράφταν τα γυαλάκια στα  φωτιστικά
και γεμίζαμε κοστούμια , μίνι στρας τσαντάκια και κραγιόν
που με σημάδευαν στα μάγουλα  σαν καρδιά  επιβράβευσης από τη δασκάλα.
Οι άντρες να σιγοπίνουν στο τραπέζι,
οι γυναίκες σα σε στασίδι εκκλησίας  στον καναπέ
και να κερνάω εγώ μετρώντας μ΄αγωνία, τελειώνουν τα σοκολατάκια  βύσσινο,
όλο και λιγότερα  τα όρθια κοτσάνια, ουφ, έχουμε ακόμη μαργαρίτες.
Κι αθόρυβα σε σκαμπό  να σκιαγραφώ  τα πρόσωπα
να χαρτογραφώ τις λέξεις, να απαντάω πού και πού  
" ναι, είμαι καλή μαθήτρια, - μπράβο- ευχαριστώ " .
....................
Περάσανε τα  χρόνια, φτάξαμε τα δικά μας σπιτικά,
γερνούσες μαμά, δε στόλιζες δέντρο "για ποιον;  έλεγες, στολίστε εσείς  για τα παιδιά σας"
Γερνούσες κι εσύ μπαμπά μα πάντα Χριστούγεννα ερχόμασταν με τα δώρα μας,
παπούτσια, πουλόβερ και μπουφάν  με τα χρόνια γίνονταν  κάλτσες, παντόφλες, φανελάκια
- πού να βγεις και πού να πας-
ολοένα και λιγόστευαν τα κοστούμια και οι φούστες,
τα μάγουλά μου καθαρά  πια από τα ανεξίτηλα τριανταφυλλί κραγιόν
- αποδημούσαν  όλοι με τα χρόνια μα η ροτόντα, το τραπέζι μας
γέμιζε  πια με τα δικά μας τα γκουρμέ τα φαγητά ,
τα  παιδιά μας κελαρύζαν κακόφωνα τα κάλαντα
κι έτσι τρεις γενιές    ανασταίναμε τη μέρα  με φουσκωτές κοιλιές, γέλια, βαχ
και στις τσέπες χαρτζηλίκια.
Η τραπεζαρία  σιώπησε  - πότε; δε θυμάμαι πια
όμως θυμάμαι μαμά με πόση στοργή σε μια παλιοκουβέρτα  πέρασες λάστιχο
να την τυλίξεις , τρυφερά, προστατευτικά  κι όταν  έφυγες κι εσύ
με τις τέσσερις καρέκλες της χώθηκε σε αποθήκη σκοτεινή.
Κάθε πρόσωπο  μια κόκκινη γραμμή.
Πότε φτάσαμε στα ίδια τα σημεία σας μαμά, μπαμπά;
Μια ζωή σα να ταν χτες, ένα αύριο που όλο κατηφορίζει.
Μέρες  τώρα νοερά φτιάχνω το μενού,
τα παιδιά με το όνομά σου πατέρα μου γιορτάζουν!
Μα  σήμερα  πενθώ.  Η ιστορία  μας σκόνη γεμάτη αξίζει μιας δικής μου  μέρας σιωπή.
"Χαρίζεται  ροτόντα........"
Πατήστε Δημοσίευση.  Κλικ.  Η αγγελία σας  δημοσιεύτηκε επιτυχώς.

                                    
                                   ◍ ◍ ◍ ◍ ◍ ◍ ◍ ◍ ◍ ◍


Η συμμετοχή  μου στο 29ο Συμπόσιο Ποίησης της αγαπημένης μας Αριστέας, μιας μεγάλης εμψυχώτριας να εξωτερικεύουμε τα συναισθήματά μας, να "ποιούμε" σκέψεις, και να αποτυπώνουμε όσο γίνεται πιο λυρικά τον εσωτερικό μας κόσμο. Αριστέα σε ευχαριστούμε για όσα δίνεις και όσα η ίδια είσαι. Μας κάνεις καλύτερους. Η συμμετοχή σου "πληρότητα" ήταν ένα δίδαγμα  για την αξιοπρέπεια και την ευγνωμοσύνη. 

Σε ευχαριστούμε και εσένα Σταυρούλα γιατί μας δείπνησες κάτι υποτιμημένο σήμερα.... την αγάπη.

Σας ευχαριστώ όλους, συμμετέχοντες και μη γιατί είστε παρακινητές να πιάνουμε το μολύβι ξανά και να σκαλίζουμε τις λέξεις φτιάχνοντας ένα ολάνθιστο φυτώριο αξιοζήλευτων συμμετοχών. 

Ευχαριστώ και όσους με "ένιωσαν" δίνοντάς μου την ανέλπιστη 2η θέση και τη χαρά της διάκρισης. 

Συγχαρητήρια και στους υπόλοιπους 2ους, 3ους, 4ους,... 26ους για όσα είχαν να πουν κάνοντας ομορφότερη αυτή την ήδη της Αριστέας μας ολοφώτεινη γιορτή.

Σε ευχαριστώ αναστασάκι μου για.... για.... χιλιάδες λόγους αλλά σήμερα κυρίως γιατί με θέλεις και με έχεις εδώ δίπλα σου. 

Για τη συμμετοχή μου δεν έχω και πολλά να αναλύσω. Αυτοβιογραφική, ελπίζω να ξύπνησε κάτι από τα παιδικά μας Χριστούγεννα νοσταλγικά, ως το πεζό "μας σήμερα". 

Καλή χρονιά να έχουμε και με τρόπο που ο καθένας εννοεί και επιθυμεί την "καλή"!!
 
 
 

 

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2020

Ερωτική Υμνωδία - Λήξη & Κλήρωση



«Ο δολοφόνος γυρνά πάντα στον τόπο του εγκλήματος»

Έτσι κι εγώ γυρίζω στον τόπο όπου αρχικά σχεδίασα αυτό το έγκλημα και που σας έκανα έκκληση να γίνετε οι συνεργοί μου.

Δύο σώματα, μπερδεμένα μεταξύ τους, κείτονται καταμεσής τής αίθουσας. Μην είναι ο ίδιος ο Έρωτας; Τριγύρω πεταμένα ρούχα: ένα πουκάμισο ρομαντισμού, δύο κατακόκκινες γόβες που φορούσε το πάθος, το παντελόνι τού πόθου, ίχνη αίματος από βιαιότητα και αγριότητα... Με τα γραπτά σας δώσατε ένα σωρό στίγματα για το τι σημαίνει Έρωτας και ποιες μορφές μπορεί να πάρει, για το μεγαλείο του όσο και για την καταστροφικότητά του: κι όλες οι πτυχές του στο χέρι μας. 

Ένας χρόνος διορία, ένας χρόνος για να δώσετε μία ιστορία, ένα ποίημα γιομάτο ερωτισμό. 

Σας ευχαριστώ όλους που, παρόλο το μάγκωμα που φέρνει συνήθως μια συζήτηση για το σεξ, τολμήσατε να γράψετε ανοιχτά και να "εκτεθείτε". Ιδιαίτερο ευχαριστώ στο συγκατοικάκι μου, την Άννα, που έκανε την αρχή για ν' ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι!

Νομίζω πως ήταν μια καλή αφορμή για να γίνει η αρχή, και γιατί όχι; να συνεχιστεί ατομικά. Καμιά ντροπή για κάτι που είναι στη φύση μας κι ανάγκη μας, που είναι μες στην καθημερινότητά μας. 

Το ερωτικό άλμπουμ συμπλήρωσαν οι:

1. αννετά...κι
2. onirokosmos
3. Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου
4. Μαρία Γ. 
5. ANNA FLO
6. Giannis Pit
7. Gip
8. Lysippe
9. BUTTERFLY

Και κληρώθηκε, για ένα συμβολικό δωράκι, το no2. 
Η Μαριάνα μας, που θα παραλάβει... τι άλλο; Ένα βιβλίο ερωτικής λογοτεχνίας.  

*Στην κλήρωση δεν συμμετείχαμε ο Γιάννης κι εγώ



            Να είμαστε όλοι καλά & ν' απολαμβάνουμε τον Έρωτα στην πιο μεγαλειώδη του μορφή!

Μπορείτε να διαβάσετε όλες τις συμμετοχές εδώ





Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2019

ΠΙΣΩ ΞΑΝΑ ΛΟΙΠΟΝ


Σχετική εικόνα


     Οκ παιδιά, πάμε για ένα δυνατό
come back. Ή reset, ή refresh ή και backup, ξέρω γω;  Θα δείξει.
Πίσω ξανά λοιπόν.
     Ναι, αλλά πόσο πίσω ;


     Σε μια επαναφορά εαυτού πχ σε πρότερα, καλύτερα χρόνια;
     Σε φάση που δεν ήταν ανάδρομος ο Ερμής (;;) – πότε ήταν να δεις, πότε ήταν, πότε ήταν …   👀
     Που είχαμε πιεί κι ένα κρασί και που τελειώσαμε το βράδυ μετά από το δεκαετίας ιεροτελεστικό σεξ (ξέρω τι θες, ξέρεις τι θέλω) με ροχαλητά ο καθένας μας 32db και βάλε; 

     Τότε που με παίζανε σερνικά, ανέβαινα κάτι πήχεις και ξαναγυρνούσα σπίτι ασφαλής – ανασφαλής;
Στα τριάντα, στα σαράντα μου να πάω πίσω;
 Όοοχι φίλε μου, δε θα πάρω. Οπισθοδρομή και κολλήματα με το παρελθόν και αχ τι ωραία που ήταν η ζωή στα ξένα, ξέχνα τα.

- Κάτσε να χτυπήσω τώρα κι ένα μαρεγκάκι, φόρτωσα. Ε, και; Και που πρόσεχα τα δόντια μου και που τα έπλενα πάντα και μετά από ζάχαρη ειδικά μετά μανίας ( ναι, σωστά ,
sugarholic ) δυο χιλιάρικα δεν έσκασα φέτος στον οδοντίατρο;
Άστο να πα στο διάλο, όσο και να προσέχεις πάντα από κάπου θα σου΄ρθει.
(αριστάκι μου, το γύρισα στη μουσταλευριά, σπιτική με καρυδάκι, τρώω δύο από δαύτες το βράδυ που βλέπω μια τα σπάει σειρά και σε παρακαλώ παραστράτησα για  δέκα μαρεγκάκια, μη με κόψεις από φίλη, σε παρακαλώ!)
Όχι, δεν κάνουμε πίσω. Ούτε  παρελθοντολογίες, ούτε νεκρολογίες.
Η γριά νιά δε γίνεται. ( Παροιμία αυτό, ξεκαθαρισμένο, για οποιονδήποτε προσπαθήσει να υπολογίσει την ηλικία μου. Ανυποχώρητα. )

⇒ Εντάξει 54ων. ⇐

Πίσω πού λοιπόν;
Πίσω στο μπροστά ρε! Πίσω στο μπροστά!

     Επειδή όμως κανένα μπροστά δεν πάει πίσω χωρίς μια έστω σύνδεση με το πίσω του θα κάνω την αναδρομή μου με την περσινή καρυδιά. Η πρώτη μου ανάρτηση μετά από την
holidayαναγκαία διακοπή στο on the up and up blogάκι μας με μία ακατάσχετη γκρίνια για ένα δαιμόνιο κωλοκούνουπο που είχε τη διαστροφή να συχνάζει κοντά μου σαν σκυλί απροσκάλεστο και την ευφυία να αράζει πάνω στις κόγχες, όπου βέβαια όσες φορές έκανε το χέρι μου το λάθος  να το παλαμιάσει χραπ! η παλάμη έπαιρνε το σχήμα της κόγχης και το μπιπ-κούνουπο κόλλαγε αυθάδικα στην οθόνη κρυστάλλων κι έπαιρνε παράτα ζωής γιατί δεν μπορεί ένα κουνούπι να στοιχίσει 200 κάτι €!
Τώρα που το ξανασκέφτομαι, που είχα απορρίψει την ιδέα του
aroxol πάνω στο καρυδένιο μου μασίφ γραφείο, μήπως να το ψέκαζα με overlay που και τα έπιπλα γυαλίζει και κουνούπια ίσως καθαρίζει;
Δεν έχει σημασία όμως γιατί φέτος το κουνούπι το άφησα στο κάτω σπίτι. Και μετακόμισα στο πάνω σπίτι. Και εξοπλίστηκα με τη ρακέτα επαναφορτιζόμενης μπαταρίας από το πανηγύρι της Αγίας Μαρίνας, βρήκα και πού συχνάζουν και τα τσιτσιρίζω με υπέρμετρη ηδονή. Φιλόζωη είμαι αλλά με κανένα έμβιο που μου πίνει το αίμα. Ανθρώπινο και μη. Ακόμη και οι καρκίνοι που και το λαιμό να τους πατάς μέχρι να αλλαξοπιστήσουν, ναι, έχουν κι αυτοί μια κόκκινη γραμμή. Είναι να μην τους γυαλίσει το μάτι.
     Και η καρυδιά, σωστά, η καρυδιά. Που άρχιζε τέτοια εποχή να ρίχνει τα φύλλα όχι τακτικά σε λοφάκια έστω, μα άναρχα και διάσπαρτα ώστε να κάνω χιλιάδες τσουγκρανιές κι εκατοντάδες επικύψεις λες και έπαιρνε η ρημάδα
online εντολή από το φυσιοθεραπευτή. Και που τα έριχνε λίγα λίγα αλλά μια πέντε ορόφων καρυδιά όσο λίγα λίγα φύλλα και να ρίξει από τον Οκτώβρη μέχρι το Φλεβάρη είναι μια πολύ κάπως γυναικεία δουλειά.
Τότε με αυτή τη χαζοαυτοσαρκαστική ανάρτηση δώδεκα μήνες πριν πήρα πρώτη μου φορά σχόλιο και από έναν κομήτη, άγνωστο στα γνωστά μου πλανητάρια ονόματι Διονύση.  Έναν άνθρωπο πηλοπλάστη του λόγου, ένα ταχυδακτυλουργό του λόγου, έναν Μότσαρτ, έναν
Bαν Γκογκ του λόγου, έναν Ίρβιν Γιάλομ με πολύ Αρκά μέσα του, έναν φεγγαροδιαβάτη, έναν γλύπτη του λόγου που έρεε στις φυσικές του κοίτες, χωρίς βία, απαλά σαν χάδι στο μάγουλο – έλεγε -  γιατί πολύ απλά όπως στην πορεία τον γνώριζα συνεχώς, έβρισκε, τοποθετούσε λέξεις, φράσεις, εικόνες, συναισθήματα, προβληματισμούς, σκέψεις, πτυχές, λεπτομέρειες σε ένα συναισθηματικό κρεσέντο με την ευκολία μάγου που τραβάει τη μπέρτα και αποκαλύπτει το θαύμα. Τον άνθρωπο που μέσα από οτιδήποτε έλεγε, όλοι μας κάπου βρίσκαμε τον εαυτό μας μέσα μας, τη γωνιά και την πτυχή μας. Λεξιπλάστης ιδεών που γαλήνευε καλύτερα κι από γιόγκα, από κλασική μουσική πριν το σπα-μασάζ κι από drugs (φαντάζομαι γιατί δεν παίρνω, δε γνωρίζω αλλά νομίζω), μας ανέβαζε τον καθένα μας ξεχωριστά σε ένα βάθρο αξιοσύνης θαυμαστά αληθινή ( και από τους δικούς μας ξεχασμένη) τόσο που απορούσαμε από ποια λέξη μας ακτινολόγησε αυτό το υποσυνείδητο κύτταρο που κρύβαμε έντεχνα κάτω από το χαλί. Μας αξίωνε ο Διονύσης, πάντα με κάτι γλυκόλογο, κατευναστικό, χιουμοριστικό, ευφάνταστο, ξαφνιαστικό, με ένα στίχο, εκεί που παιδευόμασταν όλοι να βρούμε τη σωστότερη από πέντε συνώνυμες, λέξη, σου πέταγε ένα Ρίτσο, έναν Ελύτη, ένα γαλλικό τραγούδι, μια ταινία ισπανική, ένα απόσπασμα, ένα στίχο που ζωντάνευε ένα ατροφικό νεύρο. Δε θα αποδώσω  περισσότερα εύσημα  στο Διονύση. Ξέρω γω; Μήπως και φανώ ερωτευμένη (με το μυαλό του); Με το μυαλό του μπορεί. Γιατί ήταν ο εγκέφαλος που συσσώρευσε όση λογοτεχνική σοφία χωρούσε με τόση ενσυναίσθηση και τέτοια ικανότητα έκφρασης του σωστού σχολίου, στη σωστή στιγμή, στο σωστό νευρώνα που αν επέλεγε να διακριθεί στις κοινωνικές επιστήμες θα ήταν famous. Και με βαριά βιβλιογραφία. Αλλά δεν ήταν επιλογή του να ήταν famous κι έτσι παρέμεινε ο Διονύσης κι όχι μεταλλαγμένος δόξης.
Ευτυχώς.
     Παραμένοντας μουλαρίσια στο είναι και στο ηθικό του Εγώ κατάφερε να μας κάνει να μακιγιάρουμε ένα τακ παραπάνω το λόγο μας, να ψάχνουμε για κάτι έξυπνο να σταθούμε επάξια στην προσοχή του, φορούσαμε σταράκια να τρέξουμε το γραπτό αντί γόβα και σκαρπίνι, ευφυούσαμε ένα κάτι τις παραπάνω. Ας το παραδεχτούμε, περιμέναμε οι περισσότεροι το σχόλιο του Διονύση για να μας τοποθετήσει την ανάρτησή μας στο πλατύσκαλο και να μας ακουμπήσει στο χαλάκι της εξώπορτας ένα σαν φτερό αθόρυβο μπράβο που κανείς δεν έχει τo δικό του εγκεφαλικό τρόπο να αφήσει.
     Υποκειμενικό αυτό και δεκταί αι ενστάσεις. Αλλά στη δική μου βαθμολογική κλίμακα αν ο Καζαντζάκης παίρνει 10, ο Αναγνωστάκης παίρνει 9,5, αυτό το ανθρώπινο βόρειο σέλας που φώτισε τη μπλογκογειτονιά μας και χάθηκε στην ώρα του ως συνεπής και με αυτοσεβασμό κομήτης παίρνει καθαρό εννιάρι.
- στον επόμενο τόνο η ώρα θα είναι χωρίς Διονύση –

     ... και ψιλοπέσαμε και ψιλοβαλτώσαμε λίγο και σα να σπάσαμε και σα να τα χάσαμε κι ας λέτε ότι το καλοκαίρι πάντα σπάει η κίνηση, όλοι στο προσωπικό μας στόρι σπάμε κι όχι πάντα εποχιακά, εσωτερικά σπάμε, κάποιοι τυχεροί έχουμε
logo και βολευόμαστε με το στραβοκολλημένο ομοίωμα, άλλοι δεν έχουμε καν πια λόγο για οτιδήποτε και περιμένουμε το κίνητρο. Το τσακ. Αλλά να πω τι καταλαβαίνω; Ό,τι γράφουμε, όσοι από μας γράφουμε, καίει τα ψυχοξερόχορτα. (Καλό). Με τον καιρό δεν απομένουν και πολλά ψυχοξερόχορτα να κάψει. Χώμα και φωτιά νερό δε γίνονται. ( Κακό ). Και κάπως έτσι όλο και αδειάζει η λίστα, όλο και σιωπούν τα λόγια.
     Δώδεκα μήνες μετά έχει αλλάξει η σχέση μου με την καρυδιά.
 (Τη μισώ και τη λατρεύω μαζί. Με παιδεύει 5 μήνες το χρόνο για να μου χαρίσει ένα δροσερό σαν ζαφείρι σκέπαστρο από τον ήλιο τους υπόλοιπους 7 και να με κάνει να ξεχάσω πως πίσω από τα κλαδιά της κρύβει τη μοναδική  διπλανή πενταόροφη πολυκατοικία στην περιοχή και για την ψευδαίσθηση της φύσης που μου χαρίζει την ευγνωμονώ. Την ευχαριστώ.
Και γιατί όταν αγόρασε το οικόπεδο ο πατέρας μου, φύτρωσε μόνη της αυθάδικα από ένα τυχαίο καρύδι, δεν την περάσαμε για αγριόχορτο ευτυχώς και γιατί από τα γεννοφάσκια της είχε οργιώδη ανάπτυξη και στο προσωπικό της στοίχημα ξεπέρασε και τον εαυτό της. Σταμάτησε να ψηλώνει όταν έφτασε 
στην ταράτσα του 5ου.
(-ας πάω να τσιμπήσω ακόμη ένα κεφτέ- )

     Βλακείες λέω. Την ξεφορτώθηκα γι αυτό  και αρχίζω να την ψιλοεκτιμώ. Ας ρίχνει τα φύλλα της τώρα στην πόρτα μπροστά κι όπου αλλού παρασυρθεί αφού από πέρσι μέχρι φέτος το κάτω σπίτι στεγάζει το γιο μου με την κοπέλα του. Ευτυχώς φιλότιμα παιδιά, μαζί με το σπίτι παίρνουν και τις ισόγειες αγγαρείες του (χεχε) όπως σαμιαμιδάκια,  ποντικάκια και διάφορα ζώα
« πάλι γεμίσαμε ζώα στο σπίτι !» ο γιος,
«παιδί μου δεν είναι ζώο, μια αράχνη είναι!», εγώ,
«δεν πειράζει, όλα αυτά ζώα είναι» αποστομώνει, γιατί, μεταξύ μας,  είναι,
«σιγά μην είναι και θηλαστικά κητοειδή» κλείνω το διάλογο με σαρωτικό σκορ γιος – μάνα 1-2. Θα εποπτεύω, θα υπενθυμίζω τις αγγαρείες τις Κυριακές και θα μαζέψω και εγώ φύλλα τρεις, τέσσερις φορές που θα το κάνω κέφι. Και θα το κάνω κέφι πραγματικά.
Αλλιώς και φέτος γκρίνιες θα είχα με την καρυδιά. Παρακαλώ όπως αναλάβετε τα ΕΝΦΙΑ και την καρυδιά σας.
     Κατά κάποιο τρόπο ένα νέο πρόσωπο προστέθηκε στη ζωή μας άρα  πέντε μαζί. Κι ένα αφαιρέθηκε. Ήτοι  τέσσερις. Μαζί.  Αλλά ακόμη δεν ξέρω με σιγουριά: μήπως ήμασταν από καιρό τρεις; Και γίναμε τέσσερις; Μήπως συνυπάρξαμε απλά μαζί και μόνοι  αφήνοντας το χρόνο να γελάει κακαριστά και ήμασταν τέσσερις ή πέντε τυχαίοι τυχαία στον ίδιο χώρο; Μήπως ήμασταν πέντε βιολογικά σώματα σε φευγάτα μυαλά; Μπερδεύομαι. Αυτό όμως που μού΄μαθε η πουτάνα η ζωή είναι πως πάντα κάποιοι φεύγουν. Και πάντα κάποιοι έρχονται. Και πως σε αυτό το ανθρώπινο πήγαινε-έλα είσαι ορατός –αόρατος. Τόσο σημαντικός όσο κι ασήμαντος. Και πώς φτάνει αυτό το ρημάδι το πλήρωμα του χρόνου όπου τίποτα από όσα κάναμε δεν είχε σημασία.
      Και τι κάνει κάποιον να λείπει; Η απουσία του στην καρδιά ή η φυσική απουσία;
Και κάπως έτσι φτάνουμε μέσα σε δώδεκα μήνες από φυλλόπτωση σε φυλλόπτωση να πληθαίνουμε, να αραιώνουμε, να ξαναπληθαίνουμε ίσως.  Πίσω ξανά λοιπόν στο μπροστά.  Στο έπεται που θα φτιάξουμε εμείς.

     Αύριο θα σταματήσω  να πάρω δυο πίνακες σημειώσεων. Ακόμα καλύτερα μαυροπίνακες με κιμωλία για να θυμάμαι συχνότερα το παιδί μέσα μου . Στον έναν θα γράφω όλα τα καλά πράγματα και τις όμορφες σκέψεις που έκανα τελευταία. Στο δεύτερο θα γράψω όσα θέλω και είναι εφικτά να κάνω. Αν ο εγκέφαλος έχει τη δύναμη να βουλιάζει έχει και τη δύναμη να ξανασηκωθεί. Αν η σκέψη έχει την ανίκητη δύναμη της αρνητικής σκέψης έχει την ίδια δύναμη και για τη θετική. Αν μπορεί να παρελθοντολογεί, μπορεί και να  μελλοντολογεί. Όλα επιλογές είναι. 

     Υ.Γ.Μου λείψατε όλοι. Είχα σχεδόν ξεχάσει πόσα όμορφα πήρα από αυτή την παρέα, πόσες λέξεις μου θυμίσατε, πόσες σκέψεις επανεργοποιήσατε με τον ξεχωριστό, δικό σας τρόπο. Πόση χαρά, πόσα κίνητρα μου δώσατε να ξαναθυμηθώ την παλιά, ζεστή μου καρδιά. Πιάνει κρύο σιγά σιγά. Παιδί, κέρνα σαράντα, πενήντα καυτές σοκολάτες ....  ❤❤❤



Πέμπτη 27 Ιουνίου 2019

Στη μισοσκότεινη σοφίτα

     


          Μια φορά κι έναν καιρό, κοντινό ή μακρινό, σε μια σοφίτα, ακούστηκε ο ήχος τού κλειδιού να γυρίζει στην κλειδαριά. Η πόρτα μισάνοιξε και δειλά βήματα ακούστηκαν στον μισοσκότεινο χώρο τής σοφίτας.
          Σύρθηκε το καπάκι από ένα μεταλλικό κουτί κι ένας γδούπος ακολούθησε, ενώ το καπάκι γύρισε πάλι στη θέση του.
          Τα βήματα ξεμάκρυναν, η πόρτα έκλεισε και γύρισαν όλα στην πρότερη ηρεμία τους.
-«Ωχ, με σακατέψανε» ακούστηκε μια φωνή.
-«Είσαι καλά;» ρώτησε χαμηλόφωνα και ντροπαλά. «Με λένε Κλημεντίνη» συνέχισε σε φιλικό τόνο ένα μολυβάκι μια σταλιά.
-«Χάρηκα, Κλημεντίνη. Καλά είμαι, δεν χτύπησα» είπε απογοητευμένο το στυλό. «Κοίταξε το σώμα μου... Χρόνια ολόκληρα με είχε η κυρά μου το δεξί της χέρι. Θες απ' τα τόσα χρόνια χρήσης; Θες ότι δεν με προσέχανε κι έπεφτα κάτω; Γέμισα γρατζουνιές» είπε κι έτεινε το κορμί του στο πιο φωτεινό κομμάτι τού κουτιού για να το προσέξει καλύτερα η Κλημεντίνη. «Τόσα χρόνια υπηρεσίας κι αυτό είναι το ευχαριστώ; Να με πετάξουν σε ένα σκονισμένο κουτί και να με ξεχάσουν;» το έπνιξε το παράπονο, το στυλό.
-«Μη στενοχωριέσαι» προσπάθησε να γλυκάνει το στυλό η Κλημεντίνη. «Ωραία περνάμε κι εμείς εδώ, δεν θα είσαι μόνο σου. Η εξωτερική εμφάνιση δεν μετράει, στέκεις ακόμα ευθυτενές κι είσαι ακόμα χρήσιμο» πρόσθεσε με μια φιλική σπρωξιά δείχνοντάς του την στάθμη απ' το μελάνι του.
-«Εδώ τι θα κάνω; Εγώ έστεκα περήφανο στη μολυβοθήκη μου. Ένιωθα χρήσιμο... Έχω χαράξει σειρές ολόκληρες, ωκεανό λέξεων με τόσα συναισθήματα μέσα τους. Λόγια ερωτικά που στάζανε πόθο, λόγια γεμάτα αγάπη για φίλους και μακρυνούς συγγενείς. Ήμουν χρήσιμο για την υπενθύμιση στα ημερήσια ψώνια τού σπιτιού [...]»
-«Κι εδώ χρήσιμος θα είσαι. Δεν είναι χρήσιμη η συντροφιά σου σ' εμάς; Θ' ανταλλάξουμε εμπειρίες ετών, τα όνειρά μας, τ' απωθημένα μας... Άσε που εάν θέλεις μπορείς να γεμίζεις τις εναπομείνασες σελίδες των τετραδίων και των μπλοκ εδώ πάνω» τον διέκοψε με το πιο δελεαστικό της ύφος.
          Το στυλό χαμογέλασε προσπαθώντας να μη δείξει την πικρία μέσα του.
          Έτσι, ο καιρός περνούσε. Όλα τα κλεισμένα αντικείμενα της σοφίτας είχαν αναπτύξει μια σχέση αδελφική μεταξύ τους. Ακόμα και το στυλό ήταν χαρωπό, καίτοι πού και πού το έπιανε το παράπονο αναπολώντας το ένδοξο παρελθόν του, χωρίς να το δείχνει στους υπόλοιπους. Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά όποτε άνοιγε η πόρτα τής σοφίτας αλλά κανείς δεν έλεγε να του δώσει σημασία.
         Ένα πρωινό η κλειδαριά έτριξε πάλι. Η πόρτα άνοιξε διάπλατα και παιδικά ποδαράκια προχωρούσαν δειλά δειλά προς τα μέσα. Ένας ήχος όλο θαυμασμό ξεπήδησε απ' τα χείλη του, ενόσω τα παιδικά μάτια γέμιζαν απ' τον άλλοτε θησαυρό που κοιμόταν στα βάθη τής σοφίτας μες στην σκόνη.
         Κούτες αρχίνισαν ν' ανοίγουν, πράγματα χτυπούσαν μεταξύ τους στην προσπάθειά του να δει γρήγορα περί τίνος πρόκειται σε κάθε κούτα.
Το πόδι σκόνταψε σε ένα μεταλλικό κουτί.
-«Πρόσεξε μην χτυπήσεις, Ελενίτσα» ακούστηκε η φωνή τής γιαγιάς που επιτηρούσε αδιαλείπτως την εγγονή της.
-«Τι έχει εδώ μέσα, γιαγιά;" είπε η Ελενίτσα δείχνοντας το μεταλλικό κουτί στα πόδια της.         
          Και, χωρίς να περιμένει, έκανε πιο πέρα το καπάκι του για να αποκαλυφθούν τα τιμαλφή του.
          Το στυλό, αν και γρατζουνισμένο και ταλαιπωρημένο, έλαμψε στις αχτίδες τού ήλιου που έπεσαν πάνω του.
          Η Ελένη το πήρε στα χέρια της και το σήκωσε ψηλά για να το δει καλύτερα.
          Το στυλό άρχισε να ξεφωνίζει ενθουσιασμένα, σαν παιδί σε παιδική χαρά.
-«Κλημεντίνη, αυτή είναι η ευκαιρία μου να φύγω από 'δω μέσα» γύρισε να κοιτάξει με μάτια που έλαμπαν από χαρά την φίλη του.
          Το μικρό κορίτσι στριφογύριζε το στυλό στα χέρια της κοιτώντας το πότε από τη μια και πότε από την άλλη. Τα δάχτυλά της σέρνονταν πάνω του, και μόνο τα δικά της δάχτυλα μπόρεσαν να αισθανθούν το ανάγλυφο όνομα πάνω στο εκτεθειμένο του κορμί. «Airis τ' όνομά του, γιαγιά» είπε με μια ανάσα η μικρή.
-«Τόσα μολύβια, στυλό και μαρκαδόρους έχεις στο δωμάτιό σου, βρε κορίτσι μου. Τι το θες αυτό; Δεν είναι σε καλή κατάσταση, άσ' το πάλι μέσα» την πρόετρψε η γιαγιά της.
-«Όχι, εγώ το θέλω» ανταπάντησε πεισματικά η μικρή Ελένη. «Οι γρατζουνιές είναι που του δίνουν αξία και το θέλω. Σημαίνουν πως κάποτε ήταν χρήσιμο κι εξυπηρετούσε ακούραστα για πολύ καιρό, είχε ιδιαίτερο δέσιμο μ' αυτόν που το είχε, γι' αυτό είναι πολλές κι οι γρατζουνιές".
         Το στυλό έβαλε τα κλάματα. Επιτέλους, κάποιος μπόρεσε να δει τ' όνομά του και ν' αναγνωρίσει την πραγματική του αξία. Κείνη τη στιγμή ξαναένιωσε ευτυχισμένο!

 〣〣〣〣〣〣〣〣〣〣〣〣〣〣〣〣

Αυτό το κειμενάκι γράφτηκε πριν κάμποσες ημέρες και στάλθηκε στην Αριστέα, 
για συγκεκριμένο λόγο, και σήμερα ανασύρεται, στολίζεται με κορδέλα και τοποθετείται
 σε περίοπτη θέση για να κάνουν πιο ιδιαίτερα τα γενέθλιά της. 

Ας ενώσουμε όλοι μαζί τις ευχές μας και την αγάπη μας για εκείνη, 
να της κάνουμε ακόμα ομορφότερη την ημέρα της, λοιπόν. 

Σας την παραδίδω! ღ


Αριστέα, παρασκευάστηκε με αγνά, υγιεινά υλικά. 
Θα το φας! 
Δεν μ' έφαγε τζάμπα η κουζίνα για να σου το ετοιμάσω. 






Τρίτη 4 Ιουνίου 2019

Το χαμομήλι

Επιλεγμένη λέξη "Χαμομήλι"



Σάββατο, 1 Ιουνίου 2019

«Η μέρα μας» όπως λέμε συνωμοτικά μεταξύ μας. Η ημέρα τής βδομάδας που οι ενοχές μου συρρικνώνονται και κρύβονται μες στην ντουλάπα, αφού μπορώ να μείνω σπίτι και να κάνουμε πράγματα μαζί. Πώς φωτίζεται το πρόσωπό σου κείνες τις μέρες, πάντα.

Σε πήρα και πήγαμε να περπατήσουμε. Λατρεύεις να καταγράφεις τα τοπία, τους περαστικούς, τ' αυτοκίνητα... Και μένα μ' αρέσει να καταγράφω εσένα· την έκπληξη που σου αφήνει το καθετί, την έκπληξη και τον ενθουσιασμό που -στον κόσμο των μεγάλων- το χρώμα τους είναι ξεθωριασμένο. 

«Μία, δύο, τρεις...» ακούγεται η φωνούλα σου, σαν τιτίβισμα, όσο μετράς τις πλάκες τού πεζοδρομίου, χοροπηδώντας πάνω τους. Και στη σχισμή του φυτρωμένο ένα χαμομήλι. Μια αφανής λεπτομέρεια για μένα, για σένα κάτι άλλο, μεγαλύτερο· σου δίνει χαρά. Κόβεις δυο - τρία απ' τα λουλούδια του και τρέχεις να μου τα δώσεις, με τον σταθερό ενθουσιασμό στη φωνή σου να λέει ένα μακρόσυρτο «μαμάαα» με το «ήλιοι με άσπρες αχτίδες» να το ακολουθεί. 

Οι ασπροκίτρινοι ήλιοι σου, γεμάτοι υπενθυμίσεις. 






Αυτή ήταν η συμμετοχή μου στη 3η φωτο-συγγραφική σκυτάλη
που διοργανώνει η Μαίρη μας με την Γήινη ματιά της. 

Η φωτογραφία κι η επιλεγμένη λέξη είναι απ' τη Μαρία Νικολάου
στην οποία αφιερώνω και την ανάρτηση. 

Νομίζω πως παρόμοια συναισθήματα γεννούν αυτά τα χεράκια
-φορτωμένα λουλούδια- 
που τρέχουν στην μανούλα τους, ε, Μαρία; :)  

Με τη σειρά μου αφήνω στη Μαρίνα μας αυτή τη φωτογραφία, με την λέξη «ελπίδα».

Νομίζω είναι πολύ σε σένα, Μαρινάκι μου.
Καλή έμπνευση!